Πίσω στο μακρινό 82, μια αρμάδα ξεκίνησε από τη Μ.Βρετανία να απελευθερώσει από τους Αργεντινούς, τα διαφιλονικούμενα νησιά των Φώκλαντ. Με περισσότερα πρόβατα παρά κατοίκους, τα Φώκλαντ αποτέλεσαν τον τόπο διεξαγωγής μερικών από τις σκληρότερες μάχες του τέλους του 20ου αιώνα, κύρια ανάμεσα αε αεροπορία και ναυτικό. Για εμάς τους εκτός Κοινοπολιτείας λίγα είναι γνωστά για την επίγεια σύγκρουση Βρετανών και Αργεντινών, ειδικά για τις μάχες για τα υψώματα που ήλεγχαν την πρόσβαση στην πρωτεύουσα του νησιού το Πορτ Στάνλευ. Αρκετοί ανάμεσα τους και εγώ θεωρήσαμε ότι επρόκειτο περί αψιμαχιών. Με τη βοήθεια του κινηματογράφου και της τηλεόρασης όλα μοιάζουν τυπικά και απόμακρα. Το 2022 με την επέτειο 40 ετών από την επιχείρηση, πολλοί έγραψαν για την εκστρατεία των Φώκλαντ. Επέλεξα αυτό το βιβλίο που αγόρασα στη Βρετανία γιατί είναι η περιγραφή της δράσης των αλεξιπτωτιστών από πρώτο χέρι. Αντίστοιχη με τη δράση των δικών μας καταδρομέων στην Κύπρο, ξεχάστηκε εσπευσμένα και επίτηδες για να μην αποδοθούν ευθύνες για την ανοργανωσιά και το «επείγον» της υπόθεσης που οδήγησε 17 χρονους να σκοτωθούν για ένα νησί που απασχολούσε και απασχολεί μόνο πρόβατα και το εγώ των Βιντέλα και Θάτσερ. Ο συγγραφέας τραυματίστηκε στο πρόσωπο, έχασε ένα μάτι και μετά από αρκετές επεμβάσεις επέστρεψε στη ζωή, όπου και κατάφερε να συνεχίσει δημιουργώντας τη δική του εταιρία ταξί και βοηθώντας άλλους βετεράνους. Δεν είχε καμία βοήθεια για το μετατραυματικό στρες που οδήγησε άλλους συντρόφους του στην περιθωριοποίηση ή ακόμα και το θάνατο. Κατάφερε μέσω της οικογένειας του και της συζήτησης με άλλους που πέρασαν τα ίδια να συνεχίσει και να ορθοποδήσει.
Αυτό το βιβλίο είναι ένας φόρος τιμής στους νέους ανθρώπους που χάνονται στο βωμό των «μεγάλων» ιδεών. Είναι συγκλονιστικό γιατί περιγράφει τα γεγονότα από την οπτική κάθε λόχου που πήρε μέρος αλλά και των Αργεντινών, όσων από αυτούς κατάφερε να συγκεντρώσει μαρτυρίες. Δεν είναι μια ηρωική αφήγηση τύπου Ράμπο. Το αντίθετο, μέσα από την ιστορία της εκστρατείας, αποκαλύπτει με ονόματα και επώνυμες μαρτυρίες πρώτα από όλα τον ανεπαρκή σχεδιασμό και εξοπλισμό των Βρετανών που δανείστηκαν χειμερινές στολές από άλλες μονάδες που είχαν κάνει ασκήσεις στη Νορβηγία πηγαίνοντας σε μια περιοχή που το μείον δεκαπέντε ήταν άνοιξη. Καταρρίπτει όλα τα δόγματα περί ειδικών δυνάμεων και του ανίκητου τους, , γιατί όπως αποδείχθηκε και στη Μέση Ανατολή (Ιρακ,Αφγανιστάν) η ψυχή και η γνώση του εδάφους διαδραματίζουν εξίσου σημαντικό ρόλο, ειδικά όταν η αεροπορία όπως στα Φώκλαντ δεν μπορούσε να παρέμβει δυναμικά. Η αναφορά στο βιβλίο είναι για τις τρεις μέρες, μαχών για την κατάληψη των ορεινών όγκων γύρω από το Πορτ Στάνλευ, από το βράδυ συγκέντρωσης των μονάδων μέχρι την είσοδο τους στο Πορτ Στάνλευ με την εκεχειρία.
Μιλάμε για περιγραφές που σου σηκώνουν την τρίχα. Βάσει νόμου απαγορεύεται να υπηρετούν σε εμπόλεμες θέσεις νέοι κάτω των 18 ετών στις Βρετανικές ένοπλες δυνάμεις. Στα Φώκλαντ οι 17 χρονοι ήταν συνηθισμένο φαινόμενο. Παιδιά που χθες ήταν στην παμπ και έπιναν μπίρες 'η δεν τους επιτρεπόταν η κατανάλωση αλκοόλ λόγω ορίου ηλικίας κουβαλάνε μέσα στη νύχτα βαριά Μπέργκεν (σακίδια) γεμάτα σφαίρες και με σχέδια προετοιμασμένα στο πόδι, περνάνε δίπλα από τις οχυρωμένες θέσεις των Αργεντινών για να τις ανακαλύψουν με το πρώτο φως και να επιδοθούν σε έναν ανελέητο και αιματηρό αγώνα εξουδετέρωσης τους με χειροβομβίδες φωσφόρου και μικρά όπλα. Οι ιστορίες πολλές , άλλες ηρωικές, όπως του λοχία που πεθαίνει εξουδετερώνοντας το αργεντίνικο πολυβόλο μαζί με την ομάδα του πολυβόλου και τον βρίσκουν νεκρό επάνω στο εχθρικό χαράκωμα, μιας είχε χαθεί και τον αναζητούσαν ως αγνοούμενο. Άλλες σαν τον Αργεντινό σκοπευτή που θερίζει τους απροετοίμαστους δίχως οπτικά νυχτερινής όρασης Βρετανούς, καταρρίπτουν το μύθο ότι Αργεντινοί δεν πολέμησαν και μάλιστα με πάθος και αυταπάρνηση. Αλλά η όλη εικόνα, νέων ανδρών , μέσα στη νύχτα με λάθος σημεία προσανατολισμού, να πυροβολούν όπου βλέπουν τις λάμψεις των όπλων του εχθρού, καταδεικνύει το μάταιο και τραγικό της υπόθεσης.
Ο πρώτος νεκρός των Βρετανών είναι από νάρκη, γιατί κανείς δεν γνώριζε για τα ναρκοπέδια. Θα μαζέψουν το πτώμα του μετά από δέκα ώρες. Οι εναπομείναντες στρατιώτες αλλά και υγειονομικοί που προσπαθούν να τους βοήθησαν σε ανοιχτό πεδίο, πέφτουν θύματα των οχυρωμένων αργεντινών,. Με την πρώτη νύχτα να λήγει και κάποιες θέσεις να έχουν καταλειφθεί αρχίζουν όσα δεν θα περιγράψει ποτέ η κάμερα. Δυσεντερίες καθώς βρετανοί πέφτουν με τα μούτρα στις αργεντίνικες προμήθειες και το στρες, η κόπωση και ισως η ποιότητα των κρεάτων ,τσακίζουν τα στομάχια τους. Αδυσώπητο κρύο, που αναγκάζει τους στρατιώτες να οικειοποιούνται τους υπνόσακους και τις κουβέρτες από νεκρούς και αιχμαλώτους Αργεντινούς. Ο ανθρωπισμός γίνεται μάχη για επιβίωση αλλά έχουμε και την περίπτωση που ο Βρετανός ξαπλώνει δίπλα στον Αργεντινό αιχμάλωτο για να ζεσταθούν μέσα στο όρυγμα. Ανθρώπινες ιστορίες, όπως το κλάμα μπροστά στο νεκρό σύντροφο, τους δύο μπατζανάκηδες που σκοτώνονται και αναρωτιούνται όλοι πως θα μεταφέρουν το νέο στις αδελφές και συζύγους των νερών. Την έλλειψη επικοινωνίας που αναγκάζει το διοικητή Ταγματάρχη, να πάει ο ίδιος, στην πρώτη γραμμή και να τον βρίσουν οι στρατιώτες του γιατί προσελκύει τα εχθρικά πυρά. Το θάνατο που αψηφά τα πάντα, όποιος δεν παραδίνεται ξεκάθαρα , πυροβολείται. Ο οίκτος φέρνει θάνατο. Οι Αργεντινοί που την τελευταία μέρα, αποχωρούν προς το Πορτ Στάνλευ αλλά κανείς δεν τρέχει να τους κυνηγήσει, μέσα στο ναρκοπέδιο, μέχρι να ακουστεί από τον ασύρματο, η φράση, αλλάξτε τα κράνη με τους μπερέδες.
Μέχρι τότε το βιβλίο είναι γεμάτο μικρές, πραγματικές ιστορίες καθήκοντος και ηρωισμού. Οι μεγαλύτεροι σε ηλικία βαθμοφόροι, προσπαθούν να εμψυχώσουν τους νεαρούς στρατιώτες που πολεμάνε στο σκοτάδι απέναντι σε έναν αόρατο εχθρό, δἰχως τον κατάλληλο εξοπλισμό, γιατί η επιχείρηση σχεδιάστηκε στο πόδι. Η κατάληψη των Αργεντινικών θέσεων που ἐχουν συσκευές νυχτερινής όρασης, που δεν είχαν οι Βρετανοί, ξεγυμνώνει το ανώτερο, υπέρμαχο των Βρετανικών ειδικών δυνάμεων, όπως και τα όπλα ειδικά τα πολυβόλα και εκτοξευτές ρουκετών, που κολλάνε και προκαλούν θυμό και πανικό στους χειριστές τους, ενώ ώρα μάχης. Η αδυναμία επικοινωνίας, που οδηγεί σε φίλια, πυρά γιατί η αναγνώριση βασίζεται στην προφορά και το αν κάποιοι στρατιώτες των μονάδων είναι γνωστοί μεταξύ τους..
Αλλά είναι οι μικρές ανθρώπινες στιγμές που σε συγκλονίζουν. Λίγο πριν την έναρξη της επίθεσης, ο Λοχίας που ρωτά τους στρατιώτες του αν πιστεύουν σε κάποιο Θεό, οτιδήποτε και οτι τώρα είναι η ώρα να τον επικαλεστούν. Ο 17 χρονος νεκρός, που όταν ψάχνουν τα προσωπικά πράγματα των νεκρών, για συλλογή, έχει μαζί του ένα παιδικό αρκουδάκι παιχνίδι, κομμάτι μιας παιδικής ηλικίας που δεν θα οδηγηθεί ποτέ στην ενηλικίωση, αλλά θα μείνει θαμμένη στα αφιλόξενα Φώκλαντ. Ο ιερέας που κουβαλά πυρομαχικά ,γιατί είναι μεγάλος ο φόρτος των στρατιωτών και αισθάνεται αδύναμος να βοηθήσει σε οτιδήποτε άλλο. Οι συγκλονιστικές μαρτυρίες από των χώρο περίθαλψης των τραυματιών στην πρώτη γραμμή, για όσους πεθαίνουν αλλά και αυτόν που θεράπων νεκρό και φωνάζει να ην του πάρουν την κουβέρτα. Το μπαράζ πυροβολικού που σκορπά θάνατο αδιακρίτως και κάνει τον καθένα να προσεύχεται πριν θαφτεί κάτω από το χώμα της έκρηξης και ευχαριστεί το θεό που επέζησε έστω και με προσωρινή απώλεια ακοής. Το στρατιώτη που πάει να φέρει τις μερίδες φαγητού αν και όλοι διαμαρτύρονται για το επικίνδυνο της αποστολής και πέφτει θύμα του μπαράζ πυροβολικού, μιας και οι Αργεντινοί παρακολουθούν κάθε κίνηση και σημαδεύουν με βαριά πυροβόλα τοποθετημένα στα περίχωρα του Πορτ Στάνλευ. Το πιο πικρό είναι η αδυναμία να έρθουν ελικόπτερα για τη διακομιδή των τραυματιών, όπως είχε σχεδιαστεί. Οι μεγάλες καθυστερήσεις που φτάνουν σχεδόν τη μία μέρα και τα λάθος ελικόπτερα, που δεν χώρεσαν τα φορεία, με πιλότους που προσγειώνόνταν εν μέσω εχθρικών πυρών και απογειώνονται στο φτερό, γιατί οι τραυματίες είναι εκεί σε πρόχειρους χώρους συγκέντρωσης στοιβαγμένοι σαν σακια. Πολλοί μαθαίνουμε επιβίωσαν ακρωτηριασμένοι μιας και ο χρόνος διακομιδής ήταν κατ ελάχιστον δέκα ώρες, με στοιχειώδεις ιατρικής φροντίδες να παρέχονται, ελλείψει μέσων.
Ο O Connell περιγράφει ακριβώς μέσα από μαρτυρίες αυτοπτών μαρτύρων, συμμετεχόντων τη δράση κάθε μονάδας, τον φόβο, αλλά και την αυταπάρνηση. Νέα παιδιά που πεθαίνουν για το τίποτα, σε μια κακοσχεδιασμένη επιχείρηση, περήφανοι για τους κόκκινους μπερέδες που επιδεικνύουν στο Πορτ Στανλευ, στο οποίο δεν θα μπουν αν και φτάνουν πρώτοι. Για λόγους τηλεοπτικούς, πρέπει να πάνε πρώτες πιο ευπαρουσίαστες μονάδες. Ένα τριήμερο του Ιουνη, που θυμούνται όσοι μόνο συμμετείχαν, γεμάτο μυρωδιά από καμένη σάρκα, αίμα και φόβο, ηρωισμό αλλά και αίσθηση του αβοήθητου μπροστά στους ατελείωτους βομβαρδισμούς των Αργεντινών. Ένα βιβλίο φόρος τιμής στον απλό πεζικάριο, τη συντροφικότητα και τη χαμένη νιότη στο πεδίο της μάχης. Μια ιστορία που η Μ. Βρετανία ξέχασε ηθελημένα μαζί με τους πρωταγωνιστές, όταν επέστρεψαν και η μόνη σοβαρή αναφορά που θυμάμαι είναι στο κινηματογραφικό «Παιχνίδι των λυγμών»¨ του Νιλ Τζόρνταν. Ίσως γιατί όπως και στο Βιετνάμ και την Κύπρο, αυτοί που κάνουν τη «βρωμοδουλειά» πρέπει να μείνουν στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, μαζί με το παιδικό αρκουδάκι του 17 χρονου, μιας ιστορίας που δεν θα ενηλικιωθεί ποτέ. Ένα αντιπολεμικό βιβλίο, που αποδεικνύει περίτρανα τι σημαίνει να συνειδητοποιείς τη θνητότητα σου και να ελπίζεις στο καλύτερο, δίχως να εγκαταλείπεις τη θέση σου, αλλά ταυτόχρονα αναιρώντας κάθε ιδέα περί ηρωισμού και ανωτερότητας των ειδικών δυνάμεων που ανήκεις, καθηλωμένος στην λακούβα από το μπαράζ που εχθρικού πυροβολικού. Εκεί που ο άνθρωπος δοκιμάζεται , πρώτα ως άνθρωπος και μετά ως στρατιώτης .
Ένα πυκνογραμμένο, ογκώδες βιβλίο που θα σας γεμίσει με δέος και πικρία, για οσα εμείς οι άνθρωποι κάνουμε στο όνομα αόρατων ιδεών και μεγαλόστομων λόγων. Αξίζει να το διαβάσετε, αν έχετε το χρόνο και τη διάθεση για μια μαρτυρία από πρώτο χέρι, του τι σημαίνει πόλεμος στον 20 ο αιώνα, μικρής κλίμακας, αλλά μεγάλης έντασης. Γιατί κάθε ανθρώπινη ζωή μετράει.
コメント