Οι μουσικές βιογραφίες ενίοτε κουράζουν, γιατί επικεντρώνονται σε εποχές που πιθανώς ελάχιστα ενδιαφέρουν τον φίλο/οπαδό του μουσικού. Ο γνωστός μουσικός ηλεκτρονικής αλλά και πανκ ροκ μουσικής, Moby επικεντρώνεται σε δύο σημαντικές εποχές της ζωής του.
Στην πρώτη περιγράφεται η άνοδος και καθιέρωση του ως μουσικού της ηλεκτρονικής σκηνής . Στην δεύτερη, επικεντρώνεται στην εποχή που αναζητά πλέον την λατρεία του αλκοόλ και ταυτόχρονα πειραματίζεται με την ροκ, ενώ νιώθει να απομακρύνεται από την κλασική σκηνή της techno/rave και της ηλεκτρονικής μουσικής.
Το βιβλίο είναι στην ουσία η περιγραφή της προσπάθειας ενός μουσικού, με ιδιαιτερότητες, όντας ο ίδιος χριστιανός και vegan να γνωρίσει την αποδοχή και την καταξίωση, διατηρώντας την προσωπική του ισορροπία. Γεννημένος και μεγαλωμένος από μάνα, πρώην χίπισσα , σε ένα περιβάλλον φτώχιας, ανακαλύπτει την αγάπη για την μουσική μέσα από το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου και σχήματα όπως οι BOSTON, RUSH, JOURNEY, Donna Summer. « Ό,τι παίζει το ραδιόφωνο πρέπει να είναι καλό», λέει και ξεκινά μια σαγηνευτική αφήγηση. Από τις προσπάθειες να δώσεις τις πρώτες κασέτες του σε εταιρίες και ταυτόχρονα να καθιερωθεί ως dj στο κύκλωμα των κλαμπ της Ν. Υόρκης, μέχρι τις εποχές που πλέον γεμίζει κλαμπ και περιοδεύει σε φεστιβάλ. Η πορεία ξεκινά από τις πρώτες ηχογραφήσεις του σε ένα εγκαταλελειμμένο εργοστάσιο που μένει και ηχογραφεί. Περιγράφει με πολύ ρεαλιστικό τρόπο, τις πρώτες μέρες του ως ανυπόγραφος καλλιτέχνης. Η αποδοχή του αρχικά, ως dj και η περιγραφή της σκηνής των dance/rave κλαμπ της Ν. Υόρκης είναι γλαφυρή και εστιάζει τόσο στο μουσικό μέρος, όσο και στα μεγάλα ονόματα της σκηνής αλλά και τις διαφορετικές φυλές της νύχτας που κατέκλυζαν τα ανάλογα κλαμπ (drag queen, gay,goth).
Η χαρά του όταν γίνεται αποδεκτός ως dj, με ενημέρωση από μήνυμα στον τηλεφωνητή του, για την πρόταση για δουλειά, αλλά και η πρώτη πρόταση γα δισκογραφικό συμβόλαιο είναι τόσο ζωντανά και έντονα, που νιώθεις να συμμετέχεις και εσύ ο αναγνώστης με τα ίδια δάκρυα ευγνωμοσύνης, που πλημμυρίζουν τα μάτια του Moby. Όμως δεν είναι μόνο το μουσικό κομμάτι και η δημιουργική πορεία του Moby από την μικρή εταιρία που ηχογραφούσε στο σαλόνι του ιδιοκτήτη, στο πρώτο του συμβόλαιο μέχρι την συνεργασία του με παραγωγούς που του «δείχνουν» τι σημαίνει πετυχαίνω ήχο. Η προσωπική του ζωή, από τον νεαρό μέθυσο πανκ ροκερ των φτωχών προαστίων της Ν.Υόρκης στον επιτυχημένο dj με την vegan συμπεριφορά, κρατά τον αναγνώστη προσηλωμένο στο κομμάτι της ζωής του που μέχρι τώρα δεν προέβαλε. Ένας άνθρωπος με έντονες αντιθέσεις χαρακτήρα και συμπεριφοράς, προσπαθεί να τηρήσει τις ισορροπίες σε ένα κόσμο που κυριαρχούν τα ναρκωτικά και το αλκοόλ αλλά και το ελεύθερο σεξ. Οι ενοχές του ακόμη και όταν κάνει σεξ με την Χριστιανή σύντροφο του στα πρώτα του χρόνια ως μουσικός/dj, προκαλούν το ενδιαφέρον για τις εσωτερικές συγκρούσεις του και τις ηθικές αναστολές του.
Όσο ο καιρός περνά και η αποδοχή και η επιτυχία αυξάνεται, τόσο αυξάνουν και οι προσωπικές εντάσεις και ανακολουθίες κύρια για την αποχή από το αλκοόλ και την χριστιανική ηθική. Η vegan συμπεριφορά παραμένει σε πείσμα των αντιξοοτήτων. Ο Moby των υποβαθμισμένων προαστίων, ταξιδεύει στην Ευρώπη. Λονδίνο, Βερολίνο, παίζει πλέον σε φεστιβάλ τύπου Γκλάνστονμπερι και αλλάζει ερωτικές συντρόφους, διατηρώντας την ερωτική αφέλεια ενός παιδιού του κατηχητικού. Έρμαιο μάνατζερ και εταιριών, διατηρεί έναν χαρακτήρα, καθαρό όσο και η vegan ταυτότητα του. Μαζί με τον Moby και τις techno επιτυχίες αλλάζει και η ίδια η σκηνή αναζητώντας πιο σκληρούς και σκοτεινούς ήχους, πράγμα που τον οδηγεί στην αποξένωση με αυτήν. Ο ίδιος έρχεται σε επαφή με καλλιτέχνες σαν τον Jeff Buckley, όπου σε ένα σκηνικό απείρου κάλους, αναρωτιέται αργότερα αν είναι ο γιος του Τιμ που τόσο αγαπά. Η «αφέλεια» του και ο περιορισμός του στον κόσμο της techno σκηνής σε μερικά σημεία θυμίζει την Αμερικάνικη οπτική για τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά η vegan απλότητα του είναι αφοπλιστική και αξιολάτρευτη. Αλλαγές σπιτιών, συγκατοίκηση με μισότρελους, η Ν.Υόρκη των 90ς με την ακατάσχετη χρήση ναρκωτικών αλλά και τα ατέλειωτα πάρτι σε κλαμπ, αποθήκες, λιβάδια,, ζωντανεύουν με γλώσσα απλή και λιτή.
Στο δεύτερο μέρος, τα χρόνια της εγκράτειας αποτελούν παρελθόν. Μαζί με τον αλκοολισμό έρχονται τα προβλήματα με τις δισκογραφικές. Η επιτυχία αλλά και το “Animal rights” που θα είναι για τον Moby αγαπημένο σαν προσπάθεια και επιστροφή στις ροκ ρίζες της εφηβείας του, αλλά εμπορική αποτυχία, θα αποτελέσουν το κύριο τμήμα του δεύτερου μέρους του βιβλίου. Ένας πιο ώριμος και συνειδητοποιημένος Μοby με ανησυχίες για την καλλιτεχνική του πορεία αλλά και πεπεισμένος ότι αξίζει να ζήσει την ζωή του με τα δικά του μέτρα και σταθμά. Η ζωή στον δρόμο, η αλλαγή της φυσιογνωμίας των κλαμπ, ο φόβος οτι έχει ξεπεραστεί μουσικά αλλά και η πίστη του στην ανάγκη για τον δικό του ήχο, είναι παρόντα στο δεύτερο πιο «σκοτεινό» μέρος του βιβλίου. Τα ναρκωτικά έχουν το τίμημα τους σε φίλους και γνωστούς. Η μουσική αλλάζει, ο Moby κινείται ανάμεσα στην φθορά του αλκοόλ και την αφθαρσία των επιτυχιών του από το παρελθόν. Η Αθήνα παρουσιάζεται σαν η μοναδική επιτυχημένη συναυλία μιας περιοδείας που στο εξωτερικό αποτελεί την ταφόπετρα της μουσικής του καριέρας, αλλά η επόμενη στάση στην Βουλγαρία είναι ένα ακόμα μνημείο Βαλκανικής κουτοπονηριάς και «εμπορικού» πνεύματος, με επίδοξες Μις Βουλγαρία και Νονούς της νύχτας που έχουν και τον ρόλο διοργανωτή συναυλιών .
Η δυναμική του καλλιτέχνη ανθρώπου, επηρεάζεται από γεγονότα όπως ο θάνατος της μητέρας του από καρκίνο του πνεύμονα. Η περιγραφή, λιτή, συγκλονιστική, μέσα από τα μάτια του ανθρώπου που αντικρίζει το φάσμα της μοναξιάς. Δίχως μελοδραματισμούς αλλά με πολύ συναίσθημα και ένταση, μας καθοδηγεί στην πορεία του για λύτρωση και κλάμα, μέσα από μια σειρά προσπαθειών να μην ισοπεδωθεί από την οδύνη, σε έναν αδιάφορο κόσμο που η κύρια παρηγοριά του είναι μια συγκυριακή συνεύρεση με την πρώην φίλη του, στο διαμέρισμα του νυν ναρκομανή φίλου της. Ο κόσμος του Moby είναι γεμάτος low budget συνθέσεις χορευτικής μουσικής, μουσικής ιδιοφυΐας και από ένα αγόρι που ονειρεύεται να βρει τον σύντροφο της ζωής του και απογοητεύεται συνεχόμενα και σε πολλαπλά επίπεδα. Η αδελφή ψυχή δεν θα έρθει ούτε μέσα από την πανκ ροκ βιολόγο Σάρα, ούτε μέσα από τις εφήμερες σχέσεις των περιοδειών, μέχρι να βρεθεί εν μέρει σε μια πρώην επαγγελματία της νυχτερινής διασκέδασης. Οι προσωπικές του σχέσεις, ξετυλίγονται σαν νήμα από πολύχρωμο μάλλινο πουλόβερ, φρικιού των 70ς, με τα χρώματα άλλοτε εκτυφλωτικά και άλλοτε θαμπά, τριμμένα σαν τις συντρόφους του, με τις ζωές παραδομένες σε ναρκωτικά, πληρωμένο σεξ ή μοναξιά, που τις κατατρώει όπως και τον ίδιο τον Moby σε όλη τη διάρκεια του βιβλίου.
Το βιβλίο τελειώνει με την επιστροφή του με το “porcelain”, την δική του εκδοχή των μπλουζ, μέσα από τη επιμειξία τους με την χορευτική μουσική. Στο πέρασμα των 425 σελίδων του, έχουμε παρακολουθήσει την Νεοϋορκέζικη σκηνή των κλαμπ και της χορευτικής μουσικής ,μέσα από τα μάτια ενός vegan, punk rocker που η εσωστρέφεια του λύνεται με το αλκοόλ και η καλλιτεχνική του φλέβα βρίσκει την έκφραση της όταν κάνει χαρούμενο τον κόσμο με την μουσική του. Έχουμε δει τον Moby να γνωρίζει την Μαντόνα, τον Bowie, την Nina Hagen, τον Flea και να παραμένει το ντροπαλό αγόρι των προαστίων. Ο dj Moby είναι παιδί των 90ς, το απόλυτο απομεινάρι, μιας εποχής rave πάρτι, μέχρι το ξημέρωμα, χαμόγελων με πολλά ναρκωτικά, μιας κουλτούρας, που χάθηκε στα ανοικτά λιβάδια των πάρτι, των 90ς με τον ίδιο ιδεαλιστή να δημιουργεί μουσική για να κάνει τον κόσμο να χορεύει χαρούμενος. Είναι ένας μοναχικός άνθρωπος σε αναζήτηση της αδελφής ψυχής, που εκφράζει την ανάγκη του για ολοκλήρωση μέσα από την σύντροφο του, με χαρούμενους ύμνους ηλεκτρονικής μουσικής
Η βιογραφία βοηθιέται πολύ από την στρωτή , δίχως ιδιαίτερα λάθη στη μετάφραση (μόνο η παραμονή της λέξης cover στη θέση της λέξης διασκευής ξενίζει) αλλά και την απλή γλώσσα που χρησιμοποιεί ο Moby, Αξίζει να διαβαστεί από όσους αγαπάνε την μουσική, και βρίσκουν την πληρότητα τους, μέσα από αυτή, ασχέτως αν αγαπάνε την χορευτική μουσική των 90ς. Ένα ντοκουμέντο ενός μουσικού και μιας εποχής, που ζει για την μουσική και τις αρχές του, σε μια «άγρια» εποχή.
コメント