Την εποχή που οι ιδεολογίες έχουν εκπέσει και η σύγκρουση είναι ανάμεσα σε οικονομικές θεωρίες ή ακόμα καλύτερα σε κρατιστές εναντίων αντικρατιστών, ένας γνώριμος συγγραφέας και αθεράπευτα ιδεολόγος, γράφει για το τέλος της εποχής του. Ο Σεπουλβέδα επαναφέρει τον αριστερό «επαναστάτη» και στη συνέχεια πράκτορα των Σοβιετικών, Χουάν Μπελμόντε, που έχει αποχωρήσει από το προσκήνιο για χρόνια. Τον είχαμε γνωρίσει στο «όνομα ταυρομάχου»
Ανακαλείται, υποχρεωτικά από ένα απομεινάρι της χρυσής εποχής της ΕΣΣΔ, που θέλει να προλάβει τις αλλαγές στις επιχειρηματικές του δραστηριότητες, που έχουν ανέβει ριζικά, με την νίκη του καπιταλισμού. Εχθροί των δραστηριοτήτων του, τρεις πρώην «επαναστάτες» και αυτοί, εκπαιδευμένοι πράκτορες στις σχολές ανταρτοπολέμου της ΕΣΣΔ, που κινούνται από καθαρά προσωπικά κίνητρα.
Συνδετικός κρίκος όλων, τα αλυτρωτικά εθνικιστικά κινήματα του σήμερα και πιο συγκεκριμένα αυτό των Κοζάκων, που στο πρόσωπο του βασανιστή της Χιλιανής χούντας Κρασνόφ, έχουν βρει τον συνεχιστή της ιστορίας του που διακόπηκε άδοξα από το Στάλιν, όταν τους εξόντωσε, γιατί συντάχθηκαν με τους Γερμανούς εναντίον του, ελπίζοντας να ανεξαρτητοποιηθούν από την μητέρα πατρίδα. Ο Κρασνόφ, εγγονός του αντικομουνιστή και εθνικιστή αταμάνου που πέθανε με την λήξη του Β ΠΠ, βρίσκεται φυλακισμένος σε μια φυλακή πολυτελείας, καταδικασμένος για τα βασανιστήρια στα οποία υπέβαλλε χιλιάδες ανθρώπων στη διάρκεια της δικτατορίας του Πινοσέτ.
Οι πρώην σύντροφοι στις ακαδημίες ανταρτοπολέμου της ΕΣΣΔ, θα βρεθούν αντιμέτωποι. Η σύντροφος του Μπελμόντε, Βερόνικα, που έχει επιζήσει των βασανιστηρίων, θα γίνει το όπλο των τριών εξόριστων «αγωνιστών», που με την ιδεολογία τους να έχει γίνει σκόνη στο Αφγανιστάν και σε άλλες επεμβάσεις των ιδεολόγων της πρώην ΕΣΣΔ, έχουν μετατραπεί σε επαγγελματίες, που ζητούν πλέον προσωπική εκδίκηση. Αναγνωρίζοντας στον Μπελμόντε, το ψύχραιμο χέρι του σκοπευτή, ενώνονται σε μια τελευταία αποστολή, με σκοπό να στείλουν τον Κρασνόφ, να συναντήσει τους προγόνους του και τα θύματα του.
Ο Σεπουλβέδα, χειρίζεται με μαεστρία (όπως πάντα) τον γραπτό λόγο, το «κατασκοπευτικό» μυθιστόρημα, αλλά περισσότερο από όλα την ιδεολογική γύμνια των «αριστερών» ηρώων του. Το τέλος της ιστορίας, τους έχει αφήσει χωρίς στόχους. Χωρίς την επανάσταση που έλπιζαν οτι θα ισοπεδώσει τις δομές του κόσμου, για να αναδυθεί η δικτατορία του προλεταριάτου. Αναγκασμένοι να ζουν με τη βία που έχει διαποτίσει η ιδεολογία τους, το μυαλό τους, βρίσκουν νέο στόχο την προσωπική εκδίκηση. Ανίκανοι να αισθανθούν άλλα συναισθήματα, εκβιάζουν τον Μπελμόντε, που έχει βρει την λύτρωση στην άκρη του κόσμου με τη σύντροφο του και τον πιστό του, φίλο, να γίνει συνένοχος τους.
Η ιστορία έχει έντονα τα χαρακτηριστικά της αρχαίας τραγωδίας. Οι Ερινύες ακολουθούν τους ήρωες, ενώ αφήνουν τον βασανιστή/θύτη Κρασνόφ, ανέγγιχτο, στην χρυσή φυλακή του. Το αίμα ρέει άφθονο. Η επιθυμία για εκδίκηση, ξεπερνά τους ανθρώπινους νόμους. Η ιδεολογία αποδεικνύεται αδύναμη, μικρή μπροστά στα ανθρώπινα πάθη. Ο εκβιασμός των επαναστατών στον πρώην σύντροφο, δείχνει οτι το ρητό «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», ξεπερνά κατά πολύ το ουμανιστικό πλαίσιο που γαλουχήθηκαν οι αριστεροί επαναστάτες. Εικόνες από μητέρες, αδέλφια, γυναίκες, παιδιά, που βασανίστηκαν στη Βίλα Γκριμάλντι, το ορμητήριο του Κρασνόφ, είναι οτι έχει απομείνει σε αυτούς, τους άκαμπτους ιδεολόγους, της κόκκινης πλευράς του φασισμού.
Η αυτοδικία εγείρει το κεφάλι της σαν λύση, επιλογή ανθρώπινη, πάνω από τον νόμο, που έχει καταδικάσει τον Κρασνόφ σε φυλάκιση, έστω και σε φυλακή πολυτελείας. Οι φωνές των θυμάτων του, ζητούν δικαίωση, αλλά η έννοια του νόμου, καταστρατηγείται από την προαιώνια προσέγγιση του Μωσαϊκού δικαίου. Το οφθαλμόν αντί οφθαλμού, είναι εδώ πιο δυνατό από ποτέ, μέσα από το χέρι ενός ανθρώπου, που αρνείται να συνεργήσει, αλλά εκβιάζεται να γίνει ο εκδικητής, με αντικείμενο εκβιασμού, τη σύντροφο του, θύμα και αυτή του βασανιστή. Λεπτές ψυχολογικές διακυμάνσεις σε ένα τέλος, με αγωνία, αντάξια των καλύτερων συγγραφέων του είδους.
Ο Σεπουλβέδα, δεν έχει απάντηση. Δίνει ένα τέλος, που πραγματικά ο από μηχανής θεός, είναι έμπνευση βγαλμένη από αρχαία Ελληνική τραγωδία, αλλά αφήνει τον αναγνώστη να σκέφτεται. Το σωστό και το λάθος έχουν προ πολλού χαθεί, όπως και η όποια αίσθηση ιδεολογίας. Η εκδίκηση, η βία, η εξιλέωση μέσω της σφαίρας, ο θρήνος για τους αγαπημένους και η ειρωνεία των αποφάσεων, που χαϊδεύουν τους θύτες, μέσα στην τελευταία παράγραφο του βιβλίου του, ορθώνονται πύλες που θα χρειαστεί να περάσει ο καθένας, που γαλουχήθηκε με ιδεολογίες και οράματα , μέχρι την δεκαετία του 90 και την πτώση του τείχους.
Η πτώση του Τείχους, έδωσε γενιές πολιτικών προσφύγων, ανθρώπων δίχως ηθικά και ιδεολογικά ερείσματα, που είδαν το εκάστοτε (για αυτούς ) κακό να θριαμβεύει. Άλλοι συνέχισαν, απομονωμένοι, αρνούμενοι τον «θαυμαστό» νέο κόσμο. Άλλοι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν τη γνώση του παρελθόντος, αλλά για όλους το παρελθόν είναι η πυξίδα. Ο Σεπουλβέδα μιλά για τους χαμένους του δίπολου, του ψυχρού πολέμου, με ειλικρίνεια, σκληρότητα και την ευαισθησία που έχει πάντα για τους απόκληρους αυτού του κόσμου, χωρίς να ξεχνά την στάση του , αυτή του αρνητή της βίας, με έντιμο τρόπο, μπροστά πάντα στις πραγματικές συνθήκες. «Το τέλος της ιστορίας», έχει συγγραφέα της τελευταίας γραμμής τον αναγνώστη, αλλά είναι και ένα βιβλίο που θα έπρεπε, να διαβάσει ο κάθε «ιδεολόγος» των άκρων ( αριστερών και δεξιών), αν μπορεί χωρίς παρωπίδες.
Διαβάζεται με υπόκρουση το “Sandinistas” των The clash
Comments