Το τελευταίο πόνημα του μεγάλου Χιλιανού συγγραφέα Λουΐς Σεπούλβεδα είναι μια μάζωξη, για να χρησιμοποιήσω την κομματική γλώσσα, αδημοσίευτων κειμένων και φωτογραφιών προσωπικής φύσης. Είναι για εμάς τους φανατικούς αναγνώστες και φίλους του, το κομμάτι που έλειπε για να ολοκληρωθεί η εικόνα του συγγραφέα. Ως άνθρωπος, πια, όσα έδωσε και μετέδωσε μέσα από τα βιβλία του, τώρα αποκτούν σάρκα και οστά. Ο Σεπούλβεδα σε αντίθεση με την πλειοψηφία των δυτικών αριστερών, πολέμησε για την ιδεολογία του, έστω και αν παραδέχθηκε έμμεσα μέσα από τα κείμενα του , την αποτυχία της σε πρακτικό επίπεδο. Τίμησε τον όρο αγωνιστής και δεν φοβήθηκε εξορία, πόλεμο και να διακινδυνεύσει τη ζωή του αλλά και να χάσει την επαφή με την οικογένεια του. Τα κείμενα του βιβλίου, ξεχειλίζουν από την αγωνία του να ισορροπήσει ανάμεσα στον προσωπικό του αγώνα, ως επανάστασης, ιδεαλιστής αλλά και ως υπεύθυνος άνθρωπος, πατέρας, που δεν σπέρνει παιδιά, αλλά νοιάζεται για αυτά την κάθε στιγμή της ζωής του. Παραθέτω ένα απόσπασμα αυτούσιο από το βιβλίο, που εμένα με άγγιξε δυο φορές , ως άνθρωπο αλλά και ως πατέρα
« Δεν ξέρω αν είμαι, αν ήμουν, καλός πατέρας, ξέρω όμως , την αγάπη των παιδιών μου κι ότι προσπάθησα να είμαι ένας φίλος στον οποίο μπορούν πάντα να υπολογίζουν, έναν σύντροφο και συμπαραστάτη σε ότι κι αν τους συμβεί. Κι αυτό με ηρεμεί»……
«Το χειρόγραφο του καθρέφτη» είναι βιβλίο που χωρίς να χάνεται σε μεγαλοστομίες, μας φέρνει πιο κοντά στον ζεστό, γεμάτο πάθος, ένταση αλλά και ανησυχίες Λ.Σ.. Όσοι τον έχετε διαβάσει , θα καταλάβετε ακόμα καλύτερα την αγάπη του για τον απλό, γνήσιο άνθρωπο. Για τον μεροκαματιάρη του Νότου, που ζει και παλεύει δίχως μεγαλοστομίες και φανφάρες, με τα πιστεύω του, αποτυπωμένα βαθιά μέσα του. Που δε θα ζητήσει για την μικρή η μεγάλη δράση του, οφίκια στην Ευρωπαϊκή ένωση και κυβερνήσεις (όπως κάποιοι Έλληνες «αγωνιστές»), αλλά θα συνεχίσει να κερνά τον κουμπάρο του, διάσημο πια συγγραφέα ότι πιάσει στη θάλασσα. Οι φωτογραφίες του φίλου και συνεργάτη του Ντάνιελ Μοτζίνσκι ολοκληρώνουν την εικόνα του γενειοφόρου, χαμογελαστού συγγραφέα αγωνιστή. Μιλάνε βαθιά μέσα στην καρδιά του αναγνώστη και αγγίζουν ευαίσθητες χορδές. Το πιο όμορφο των μικρών αυτών αυτοβιογραφικών κειμένων είναι ότι καλύπτουν μια σειρά από θέματα που απασχολούν , όλους όσους η ενήλικη ζωή τους συνδυάζει αξίες, ιδεολογία και δουλειά σε έναν ατελείωτο αγώνα για να κρατηθούν ισορροπίες. Πίστευα ότι θα το διαβάσω σαν μια ακόμη βιογραφία, έστω και με τη μορφή αυτοβιογραφίας. Βρέθηκα να αντιγράφω κομμάτια για να τα συζητήσω με τα παιδιά μου, να το συστήνω στη σύντροφο μου και να το θεωρώ εξίσου σημαντικό με τα καλύτερα βιβλία του.
Στο τέλος του βιβλίου περιέχονται δυο δικά του, ήδη δημοσιευμένα κείμενα, επιλογές του εκδότη και του μεταφραστή σαν φόρος τιμής αλλά και εισαγωγή αν θέλετε στον αμύητο. Καλοδεχούμενα αν και όπως όλοι αντιλαμβανόμαστε προσωπικές επιλογές. Αν επέλεγα ένα βιβλίο του ας μην είναι το χαρακτηριστικότερο του ύφους του, θα πρότεινα το «τα χειρότερα παραμύθια των αδελφών Γκριμ» εκεί που ξετυλίγεται η αγάπη του για το Νότο αλλά και το πηγαίο μαύρο χιούμορ του.
Ένας επίλογος σε μια συγγραφική καριέρα που έληξε άδοξα, χτυπημένη από τον κορονοϊό, ταιριαστός στις ιδιαιτερότητες και τον βαθύ ανθρωπισμό του συγγραφέα. Βαθιά ονειροπόλος, πίστεψε ως το τέλος στον κομμουνισμό, αλλά αυτή του η ουτοπική πίστη δεν μετουσιώθηκε στις γνωστές παρακρούσεις βίας και τρομοκρατίας των ευρωπαίων αριστεριστών. Με τον θάνατο του, χάθηκε ένας ιδεολόγος, συγγραφέας που θα μιλήσει σε όσους πίστεψαν σε χαμένους σκοπούς, αγάπησαν δίχως να ζητήσουν ανταπόκριση και ο δρόμος προς το νότο, έγινε το σπίτι τους, η οδός διαφυγής τους, το αποκούμπι τους. Ταιριαστό τέλος και τελική έκδοση για έναν μεγάλο, αλλά παραγνωρισμένο στη χώρα μας συγγραφέα
Comments