Σπάνια η συνέχεια ενός μυθιστορήματος, καταφέρνει να σε αγγίξει όσο το πρώτο βιβλίο. Το «Χίλια φεγγάρια» αποτελεί την συνέχεια του «Μέρες δίχως τέλος» , ενός βιβλίου που έθιξε με μοναδικό τρόπο τον ρατσισμό απέναντι στους αυτόχθονες Ινδιάνους αλλά και τον ρατσισμό λόγω φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού, στην μακρινή πλέον Άγρια Δύση, στα χρόνια της επέκτασης των λευκών αποίκων και του Εμφυλίου, μέσα από την ιστορία του ομοφυλόφιλου ζευγαριού των Τόμας Μακ Ναλτι και Τζόν Κόουλ και της υιοθετημένης κόρης τους , επιζήσαντα της σφαγής στην οποία οι ίδιοι συμμετείχαν, της Ινδιάνας Γουινόνα. Η μικρή αυτή οικογένεια βρήκε καταφύγιο στον παλιό συμπολεμιστή στους Λίζυ στο Τεννεσι, παρέα με δύο μαύρα αδέλφια, σε μια σκληρή αλλά τίμια αν και φτωχή αγροτική ζωή.
Τον κόσμο μετά την ήττα του Νότου και την βάναυση επικράτηση του Βορά, σε μια κοινωνία, που είναι ακόμα σε αναβρασμό με το αίμα του εμφυλίου ζεστό, περιγράφει ο Μπάρι. Ο κεντρικός ήρωας, η ηρωίδα πιο σωστά ,είναι αυτή τη φορά η Γουινόνα. Ένα κορίτσι μεγαλωμένο με αγάπη και ελευθερία που προσαρμόζεται στην μικρή πόλη του Πάρις, ακροβατώντας ανάμεσα στον φυλετικό ρατσισμό και τον σεξισμό, με την δική της παρακαταθήκη ελευθερίας των προγόνων της και την ίδια να αποτελεί μέρος ενός κόσμου που κοιτά σιγά σιγά το τέλος του αιώνα . Η μικρή Ινδιάνα, έφηβη πια ερωτεύεται έναν λευκό και κάπου εκεί αρχίζει ένα γαϊτανάκι, γεγονότων που θα αναστατώσουν τη ζωή της αλλά και τη ζωή της μικρής κοινότητας. Ένα βιασμός, συγκρούσεις πολιτικών και τοπικών αρχόντων, αλλαγές κατεύθυνσης των κρατικών αρχών ανάλογα με τον εκάστοτε κυβερνήτη , μίσος για τους απελεύθερους αλλά και φτώχεια και έλλειψη στοιχειωδών γνώσεων στην λευκή κοινότητα συνθέτουν ένα εκρηκτικό χαρμάνι.
Όταν ο μαύρος φίλος της Γουινόνα θα χτυπηθεί άσχημα, η Γουινόνα θα πρωτοστατήσει στην απονομή δικαιοσύνης, αλλά τίποτα δεν είναι τόσο απλό όσο φαίνεται, ούτε τα πάντα είναι μαύρα και άσπρα. Ο κόσμος θα γίνει γκρι, αναγκάζοντας την μαζί με τους οικείους της, να στηριχθούν στον εαυτό τους και την έμφυτη τάση τους να μοιράζουν αγάπη και όχι μίσος που είναι το αγαπημένο «σπόρ» της κοινότητας που ανήκουν. Δολοπλοκίες και πολίτικά παιχνίδια θα επηρεάσουν τη ζωή τους, αλλά περισσότερο θα επηρεάσουν τη Γουινόνα, που από υποψήφια νύφη ενός λευκού βοηθού στο εμπορικό της πόλης, θα βρεθεί ερωτευμένη με μία άλλη μικρή Ινδιάνα και θα εξερευνήσει με την είσοδο στην ενηλικίωση, τα όρια και τις δυνάμεις της αληθινής αγάπης. Ο Μπάρι χρησιμοποιεί ακόμη μια φορά τον γεμάτο εντάσεις κόσμο του μετεμφυλιακού Νότου, για να γράψει ένα μυθιστόρημα βαθιά πολιτικό όσο και ανθρώπινο. Η προσπάθεια μιας κοινωνίας να προχωρήσει, με πιο δίκαιους όρους για όλους, αλλά και η αντίδραση από παλιούς και νέους αφέντες, είναι η επιφάνεια του βιβλίου. Την ίδια στιγμή, η προσωπική ανάγκη για καθορισμό, αυτοπροσδιορισμό, φυλετικό αλλά και σεξουαλικό, σε έναν κόσμο βαθιά οπισθοδρομικό και γεμάτο προκαταλήψεις, θα οδηγήσει την Γουινόνα στα όρια του θανάτου.
Με ψύχραιμη και γεμάτη πάθος για την ανθρώπινη ζωή φωνή, ο Μπαρι θα μιλήσει για τον φόβο μπροστά στο διαφορετικό, την ενοχή και την απώλεια, την δύναμη της οικογένειας και της φιλίας, τη θαυματουργή αναπλαστική ικανότητα του έρωτα, την ανεμελιά της παιδικότητας που γίνεται παράτολμη εφηβεία και ωρίμανση μέσα από τα δάκρυα και τον φόβο μπροστά στην αγχόνη.
Ανθρώπινη και θεϊκή δικαιοσύνη, έχουν μικτό ρόλο σε ένα βιβλίο συναισθημάτων, που αν και θα μπορούσε να γίνει ένα ταπεινό αστυνομικό γουέστερν, γίνεται ένα ψυχολογικό μυθιστόρημα, για την ωρίμανση μιας μικρής Ινδιάνας σε ένα ανεξάρτητο άνθρωπο σε μια κοινωνία , όπου γυναίκες και Ινδιάνοι είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας με ελάχιστα ή καθόλου δικαιώματα. Σκληρό, συγκινητικό και βαθιά ανθρώπινο και ρεαλιστικό, κάνει τον αναγνώστη να ταυτιστεί και να συμπάσχει με την κεντρική ηρωίδα, που προσπαθεί μάταια κάποιες φορές, όπως στην πραγματική ζωή να δώσει απαντήσεις στα ερωτήματα που την ταλανίζουν, αλλά ανταπεξέρχεται τις δυσκολίες, βγαίνοντας πιο ώριμη, πιο ζωντανή αλλά και με τις ουλές να την καίνε τα βράδια των σκέψεων.
Αν θέλει κανείς να διαβάσει τα δύο βιβλία μαζί, θα εντυπωσιαστεί από το σκοτεινό γοτθικό ‘Μέρες δίχως τέλος» και το οντολογικό , σκοτεινό αλλά και πολύ πιο μελαγχολικό «Χίλια φεγγάρια». Το ποιο βιβλίο είναι καλύτερο, το αφήνω σε εσάς να το κρίνετε. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Μπαρι έχει πετύχει να δημιουργήσει μια ομάδα χαρακτήρων που ταυτιζόμαστε μαζί τους σε ένα κόσμο τόσο μακρινό αλλά συνάμα και τόσο επίκαιρο και κοντινό, γιατί η παθογένεια του ανθρώπου έχει παραμείνει απαράλλακτη από το μετεμφυλιακό Τενεσί στην σημερινή Ελλάδα, ίσως και να έχει χειροτερέψει, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις Η.Π.Α. Ένα διαχρονικό μυθιστόρημα, για τον ρατσισμό, τον σεξισμό και τον έρωτα, σε ένα κόσμο που μετράει μόνο η προσωπική τιμιότητα, σε πείσμα των συμπαιγνιών και τη κατασκευασμένης «ευνομίας».
Comments